Μια έρευνα από το πανεπιστήμιο του Berkeley στην Καλιφόρνια, αποκαλύπτει ότι οι υψηλές δόσεις κάποιων βιταμινών, μπορούν να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στην θεραπεία ασθενειών και ίσως και στην επιβράδυνση της γήρανσης. Ο βιοχημικός Bruce N. Ames – καθηγητής κυτταρικής και μοριακής βιολογίας στο πανεπιστήμιο του Berkeley και ερευνητής στο νοσοκομείο παίδων στο ινστιτούτο Oakland
Μια έρευνα από το πανεπιστήμιο του Berkeley στην Καλιφόρνια, αποκαλύπτει ότι οι υψηλές δόσεις κάποιων βιταμινών, μπορούν να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στην θεραπεία ασθενειών και ίσως και στην επιβράδυνση της γήρανσης. Ο βιοχημικός Bruce N. Ames – καθηγητής κυτταρικής και μοριακής βιολογίας στο πανεπιστήμιο του Berkeley και ερευνητής στο νοσοκομείο παίδων στο ινστιτούτο Oakland- σε άρθρο του στην επιστημονική επιθεώρηση The American Journal of Clinical Nutrition καταγράφει περισσότερες από 50 γενετικές ασθένειες οι οποίες θεραπεύονται με υψηλές δόσεις βιταμινών. Στην πλειοψηφία τους οι περισσότερες από αυτές, είναι εγγενείς μεταβολικές ασθένειες που οφείλονται σε ελαττωματικά ένζυμα.
O Ames διαπίστωσε ομοιότητα σε αυτές τις θεραπείες, γεγονός που ίσως σημαίνει ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν και άλλες ασθένειες δυνητικά θεραπεύσιμες με υψηλές δόσεις βιταμίνης, ειδικά με τις οκτώ Β βιταμίνες, όπως η νιακίνη, θυαμίνη και πυριδοξίνη. Δεδομένου ότι η γήρανση περιλαμβάνει διαδικασίες που σχετίζονται με παρόμοιες μεταβολικές ανεπάρκειες, ίσως να βοηθήσουν την αναζωογόνηση ενός ολοένα αυξανόμενου πληθυσμού ηλικιωμένων. Η θεραπεία με μεγαβιταμίνες συνίσταται στη χρήση βιταμινών σε ποσότητες σημαντικά υψηλότερες από την ημερησίως επιτρεπόμενη δόση. O Αmes ανέφερε ότι πολλές βιταμίνες χορηγούνται σε υψηλές δόσεις παράτυπα και θεωρούνται ασφαλείς σε αυτά τα επίπεδα, παρά το ότι έχουν αναφερθεί παρενέργειες για κάποιες από αυτές όπως η πυριδοξίνη και η νιακίνη.
Στη δημοσίευση του ο Ames πρεσβεύει ότι το κλειδί στην δραστικότητα των βιταμινών βρίσκεται στον ρόλο που παίζουν στον οργανισμό. Οι βιταμίνες μετατρέπονται σε συνένζυμα τα οποία συνεργάζονται με τα ένζυμα προκειμένου να επιτελέσουν σημαντικές μεταβολικές λειτουργίες. Έπειτα από βιβλιογραφική έρευνα, η ομάδα των ερευνητών διαπίστωσε ότι πάνω από 50 ασθένειες οφείλονται σε μετάλλαξη η οποία μειώνει την ικανότητα ενός ενζύμου να προσδένεται με το συνένζυμο του, ελαττώνοντας έτσι το ρυθμό με τον οποίο ένα ένζυμο καταλύει μια βιοχημική αντίδραση. Ο κορεσμός του σώματος με υψηλές δόσεις της κατάλληλης βιταμίνης, αυξάνει τα επίπεδα του συνενζύμου ώστε να ξεπεραστεί η ανεπαρκής πρόσδεση και να επανέλθει ο ρυθμός της αντίδρασης στα φυσιολογικά επίπεδα. Ο Ames θεωρεί ότι αυτές οι 50 ασθένειες δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Στο άρθρο οι ερευνητές εκτιμούν ότι το 1/3 όλων των μεταλλάξεων σε ένα γονίδιο, ίσως επηρεάζουν την πρόσδεση με ένα προερχόμενο από βιταμίνη συνένζυμο, γεγονός που σημαίνει ότι υψηλές δόσεις βιταμινών μπορούν να αναστρέψουν την δράση τέτοιων μεταλλάξεων.
Η θεωρία της χρήσης των βιταμινών μπορεί να επεκταθεί πέρα από την θεραπεία γενετικών ασθενειών. Το ανθρώπινο γονιδίωμα εμφανίζει σημαντική γενετική ποικιλομορφία η οποία επηρεάζει την αλληλεπίδραση ενζύμου-συνενζύμου και συνεπώς τις ανάγκες του ανθρώπινου οργανισμού σε βιταμίνες. Έτσι, η εξάλειψη των ανεπαρκειών σε βιταμίνες και σε μεταλλικά στοιχεία θα επαναφέρει την αρμονία στον μεταβολισμό. Οι ανεπάρκειες σιδήρου και ψευδαργύρου, βιταμίνης C , Β-6 και Β-12 είναι πάρα πολύ κοινές. Η περίσσεια στον οργανισμό με συμπαράγοντες ενζύμων, ίσως να λειτουργεί και αντιγηραντικά αφού η γήρανση συνοδεύεται από οξειδωτική βλάβη πολλών πρωτεϊνών και ενζύμων. Ο Ames και η ομάδα του μόλις πρόσφατα δημοσίευσαν στην επιστημονική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences ότι ηλικιωμένοι αρουραίοι αντέδρασαν θετικά σε ένα αντιοξειδωτικό και σε μια άλλη ουσία την ακετυλ-L καρνιτίνη η οποία προσδένεται σε ένα σημαντικό ένζυμο των μιτοχονδρίων. Οι αρουραίοι αυτοί, ήταν πιο ενεργητικοί και είχαν καλύτερη μνήμη.
Έπειτα από εκτεταμένη βιβλιογραφική αναζήτηση, η ομάδα του Ames εντόπισε 50 ασθένειες από τις οποίες, οι 11 σχετίζονται με την πυριδοξίνη ή βιταμίνη Β-6. Αυτές περιλαμβάνουν ενζυμικές ασθένειες που οδηγούν σε τύφλωση, διανοητική καθυστέρηση, νεφρική ανεπάρκεια και αναπτυξιακά προβλήματα. Σε όλες αυτές, οι επιστήμονες εντόπισαν πρόβλημα στην πρόσδεση ενός ενζύμου με ένα συμπαράγοντα ο οποίος προέρχεται από την βιταμίνη Β-6. Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι από τα 3.870 γνωστά ένζυμα, το 22% χρησιμοποιούν συμπαράγοντες και τα 112 από αυτά, την βιταμίνη Β-6. Ίσως υπάρχουν ασθένειες που σχετίζονται με καθένα από αυτά τα ένζυμα, και ίσως να θεραπεύονται εν μέρει τουλάχιστον, από υψηλές δόσεις βιταμίνης Β-6, άλλης βιταμίνης ή συμπαράγοντα.
Οι συγγραφείς βρήκαν επίσης άλλες 22 ασθένειες οφειλόμενες σε ελαττωματική πρόσδεση σε κάποιο συμπαράγοντα προερχόμενο από μια Β βιταμίνη, όπως η θυαμίνη(Β-1), η ριβοφλαβίνη (Β-2), η νιακίνη(Β-3), η κοβαλαμίνη(B-12) και η βιοτίνη (Β-7). Επιπλέον, υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία, αν και λίγα, τα οποία προτείνουν ότι υψηλές δόσεις βιταμινών, ίσως αυξάνουν τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο, δεδομένου ότι όλοι οι εγκεφαλικοί νευροδιαβιβαστές όπως και η σεροτονίνη, χρησιμοποιούν βιταμίνες όπως είναι η Β-6. Ίσως έτσι να εξηγείται, ότι οι άνθρωποι νιώθουν καλά όταν παίρνουν σκευάσματα από το φαρμακείο με υψηλές δόσεις βιταμινών. Tέλος έχει ακόμα προταθεί, με πολύ λίγα προς το παρόν αποδεικτικά δεδομένα, ότι ίσως πολλές ψυχικές ασθένειες να οφείλονται σε ανεπάρκειες ιχνοστοιχείων και πιθανώς οι εγκεφαλικές δυσλειτουργίες να εμπλέκουν μεταλλαγές που αφορούν την πρόσδεση ενζύμου-συμπαράγοντα.
Το τελικό συμπέρασμα των επιστημόνων, είναι ότι η θεραπεία με υψηλές δόσεις διατροφικών συστατικών όπως οι βιταμίνες, έχουν πιθανότατα πολύ μικρή ζημιογόνα δράση ενώ δυνητικά, είναι πολύ ωφέλιμες λόγω του συμβολικού κόστους, της ευκολίας στη χρήση και του χαμηλού βαθμού επικινδυνότητας.